Τυχαία προβολή

6/random/ticker-posts

Header Ads Widget

Επεξεργασία    

      Ποιος ορίζει την αλήθεια στον δημόσιο διάλογο;    

 
Στον σύγχρονο δημόσιο διάλογο –είτε μιλάμε για πολιτική, κοινωνία, επιστήμη, υγεία ή διεθνείς σχέσεις– παρατηρείται ένα φαινόμενο εντυπωσιακό και ανησυχητικό μαζί: η ταχύτατη μετάβαση μιας απλής τάσης, ενός αφηγήματος ή μιας άποψης, σε θέσφατο.

Από τάση σε θέσφατο: ποιος αποφασίζει τι «μετράει» στο δημόσιο διάλογο;

Στον σύγχρονο δημόσιο διάλογο –είτε μιλάμε για πολιτική, κοινωνία, επιστήμη, υγεία ή διεθνείς σχέσεις– παρατηρείται ένα φαινόμενο εντυπωσιακό και ανησυχητικό μαζί: η ταχύτατη μετάβαση μιας απλής τάσης, ενός αφηγήματος ή μιας άποψης, σε θέσφατο. Δηλαδή σε κάτι που «θεωρείται αυτονόητο», κοινά αποδεκτό, υπεράνω αμφισβήτησης και δεδομένο πριν καν εξεταστεί κριτικά. Το ερώτημα είναι: ποιος αποφασίζει σήμερα τι "μετράει" στον δημόσιο λόγο;

Η απάντηση δεν είναι μονοσήμαντη. Σχηματίζεται από στρώσεις: πολιτική εξουσία, δημοσιογραφική βιομηχανία, τεχνολογικές πλατφόρμες, ελίτ ειδικών, αλλά και το μεγάλο πλήθος που ακολουθεί συχνά χωρίς να συμμετέχει ουσιαστικά.

Η μετάβαση από το γεγονός στην εντύπωση

Παραδοσιακά, οι κοινωνίες όριζαν την πραγματικότητα μέσω γεγονότων, δεδομένων και τεκμηρίωσης. Η δημοσιογραφία του 20ού αιώνα, , όσο και αν είχε τις ατέλειές της, στηριζόταν στην ιεραρχία πληροφόρησης:

  • συλλογή στοιχείων
  • διασταύρωση
  • παρουσίαση
  • σχολιασμός

Σήμερα, η σειρά είναι αναστραμμένη. Η πληροφορία συχνά ξεκινά ως εντύπωση: ένα hashtag, μια καμπάνια, μια δήλωση, μια εικόνα χωρίς πλαίσιο. Από εκεί γίνεται είδηση, συζήτηση και τελικά «αλήθεια». Η επιρροή δεν προκύπτει από την τεκμηρίωση αλλά από τη διάδοση.

Αν ένα θέμα συζητηθεί σε εκατομμύρια οθόνες, αποκτά βαρύτητα – συχνά χωρίς να έχει ποτέ εξεταστεί.

Τα κέντρα που καθορίζουν τι «μετράει»

Τα Media ως εργοστάσια πραγματικότητας

Τα παραδοσιακά ΜΜΕ –έντυπα, ραδιόφωνο, τηλεόραση– εξακολουθούν να παίζουν καθοριστικό ρόλο. Συχνά:

  • διαλέγουν ποιο θέμα αξίζει κάλυψη
  • πόση σημασία θα του δοθεί
  • σε ποιο πλαίσιο θα παρουσιαστεί

Έτσι δημιουργούν ατζέντα. Όχι απαραίτητα μέσω ψεύδους, αλλά πολύ πιο απλά: μέσω επιλογής. Πέντε θέματα μπορεί να είναι σοβαρά, αλλά αν θα συζητηθεί το ένα, τότε αυτό «μετράει».

Ποιος αποφασίζει; Όχι πάντα οι δημοσιογράφοι. Συχνά οι ιδιοκτήτες, οι πολιτικές ισορροπίες, οι διαφημιστικοί συνεργάτες, οι διεθνείς κατευθύνσεις.

Οι πλατφόρμες: οι νέοι κλειδοκράτορες

Η Google, το Facebook, το X, το TikTok και οι λοιπές πλατφόρμες δεν είναι απλώς χώροι έκφρασης.

Είναι μηχανές ιεράρχησης. Με αλγορίθμους που:

  • προβάλλουν συγκεκριμένο περιεχόμενο,
  • κρύβουν άλλο,
  • προωθούν ό,τι παράγει αντίδραση και παραμονή στην πλατφόρμα.

Έτσι, μια άποψη που αλλιώς θα έμενε σε ένα τοπικό blog, μπορεί σε μία ώρα να γίνει «παγκόσμιο θέμα». Αντίστροφα, μια σημαντική ανάλυση μπορεί να μη φτάσει σχεδόν σε κανέναν.

Σταδιακά οι αλγόριθμοι αντικαθιστούν τους συντάκτες· αποφασίζουν τι βλέπουμε, άρα και τι πιστεύουμε.

Οι "ειδικοί" και το μονοπώλιο της ερμηνείας

Στις κρίσεις –από οικονομικές μέχρι υγειονομικές– εμφανίζεται ένα άλλο φαινόμενο: η μονοκρατορία των ειδικών. Βεβαίως η επιστημονική γνώση είναι απαραίτητη. Όμως άλλο το τεκμήριο γνώσης και άλλο το μονοπώλιο λόγου.

Όταν:

  • μία ερμηνεία παρουσιάζεται ως «η μόνη ορθή»,
  • κάθε αντιρρησία στιγματίζεται,
  • η αμφισβήτηση εμφανίζεται ως «παράνοια»,

τότε η κοινωνία χάνει την ικανότητα συλλογικής σοφίας. Η επιστήμη προχωρά με αμφισβήτηση. Όταν η αμφισβήτηση απαγορεύεται, η επιστήμη παγώνει και αντικαθίσταται από δόγμα.

Το πλήθος: η κοινή γνώμη ως πολλαπλασιαστής

Τέλος, υπάρχει ο παράγοντας που συχνά παραβλέπουμε: ο κόσμος ο ίδιος.

Το κοινό δεν αποφασίζει απαραίτητα τι είναι σημαντικό, αλλά πολλαπλασιάζει ό,τι του δίνεται.

Αν μια είδηση γίνει viral, αν μια άποψη γίνει μόδα, αν μια εικόνα προκαλέσει εκατομμύρια σχόλια, τότε αποκτά δύναμη και επηρεάζει θεσμούς, κυβερνήσεις, νόμους.

Ο πολίτης έχει σήμερα υπέρ-δύναμη διάδοσης αλλά υπο-δύναμη κατανόησης. Αυτό το κενό είναι εύκολο να κατευθυνθεί.

Ο δημόσιος λόγος ως πεδίο μάχης για τον ορισμό της πραγματικότητας

Στον 19ο αιώνα οι εφημερίδες «έφτιαχναν» κυβερνήσεις.

Στον 20ό αιώνα η τηλεόραση «έφτιαξε» προέδρους.

Στον 21ο αιώνα, τα social media «φτιάχνουν» αλήθειες.

Η πραγματικότητα δεν ορίζεται πλέον από:

  • την τεκμηρίωση

αλλά από

  • την ταχύτητα,
  • την ορατότητα,
  • τη συναισθηματική ένταση.

Το πιο «αληθινό» είναι αυτό που φαίνεται παντού – όχι αυτό που είναι τεκμηριωμένο.

Όταν η συζήτηση γίνεται τελετουργία αποδοχής

Συχνά σήμερα δεν συζητάμε για να ανακαλύψουμε.

Συζητάμε για να επιβεβαιώσουμε.

Ο δημόσιος διάλογος μοιάζει με τελετουργία όπου το κοινό:

  • διαλέγει στρατόπεδο,
  • επικροτεί συμμάχους,
  • ακυρώνει αντιπάλους.

Η συζήτηση δεν διερευνά – επιβάλλει.

Το αποτέλεσμα:

Κοινωνίες που δεν αλλάζουν γνώμη. Μόνο υπερασπίζονται τα στρατόπεδά τους.

Μπορεί να υπάρξει ξανά δημόσια συζήτηση χωρίς κηδεμόνες;

Η απάντηση είναι «ναι», αλλά απαιτεί μεγάλες αλλαγές:

Διαφάνεια στα media και στις πλατφόρμες

Ποιος αποφάσισε ότι αυτό το θέμα έγινε πρώτο;

Γιατί αυτό φαίνεται στην αρχική οθόνη και όχι το άλλο;

Χωρίς αυτή την πληροφόρηση, ο πολίτης δεν μπορεί να γνωρίζει ποιος κινεί τα νήματα.

Επανεκπαίδευση του κοινού

Η κριτική σκέψη δεν είναι αυτόματη. Διδάσκεται.

Αν ο πολίτης δεν μπορεί να ξεχωρίσει:

  • γεγονός από αφήγημα,
  • γνώση από προπαγάνδα,
  • αποδεικτικό από εντυπωσιασμό,

τότε η δημοκρατία γίνεται εύκολη λεία της χειραγώγησης.

Αποκατάσταση της επιχειρηματολογίας

Η κοινωνία πρέπει να ξαναμάθει να διαφωνεί χωρίς να ακυρώνει.

Η διαφωνία δεν είναι επίθεση στο σύστημα.

Είναι ο μηχανισμός μέσω του οποίου ένα σύστημα μένει ζωντανό.

Αργή σκέψη σε έναν γρήγορο κόσμο

Όσο ο δημόσιος διάλογος λειτουργεί με ρυθμό Twitter και TikTok, οι αποφάσεις θα παίρνονται με βάση συναισθηματικά αντανακλαστικά.

Και οι κοινωνίες τότε δεν κυβερνώνται – παρορμούνται.

Συμπέρασμα

Το θεμελιώδες ερώτημα της εποχής μας είναι απλό και καθαρό:

Ζούμε σε μια εποχή όπου η πραγματικότητα κατασκευάζεται από αυτούς που έχουν πρόσβαση στο μεγάφωνο – όχι από αυτούς που έχουν το δίκιο.

Γι' αυτό το ζήτημα «ποιος αποφασίζει τι μετράει» δεν είναι τεχνικό.

Είναι βαθιά πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό.

Αν ο δημόσιος διάλογος παραμείνει χώρος στον οποίο:

  • τα trends γίνονται θέσφατα,
  • οι αμφισβητίες υποβιβάζονται,
  • οι αλήθειες αντικαθίστανται από εντυπώσεις,

τότε οι κοινωνίες θα συνεχίσουν να ζουν σε μια πραγματικότητα που δεν αποφάσισαν οι ίδιες.

Αν όμως συμβεί το αντίθετο και ο διάλογος ξαναγίνει συμμετοχικός, ανοιχτός, αποδεικτικός και κριτικός, τότε ίσως κερδίσουμε κάτι ακόμα πιο πολύτιμο από ορθές αποφάσεις:

την αξιοπρέπεια της συλλογικής μας σκέψης.

Τι σημαίνει "η αξιοπρέπεια της συλλογικής μας σκέψης";

Η φράση αυτή δεν είναι ποιητική υπερβολή, αλλά περιγράφει έναν πυρήνα πολιτικής και δημοκρατικής υγείας. Ο δημόσιος λόγος δεν είναι απλή ανταλλαγή ιδεών. Είναι το μέσο μέσω του οποίου μια κοινωνία:

  • αντιλαμβάνεται τον εαυτό της,
  • καταλαβαίνει τον κόσμο,
  • συζητά το μέλλον της,
  • παράγει αλήθειες, νόμους, αποφάσεις.

Όταν η διαδικασία αυτή διαβρώνεται – όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση μόδες, βιασύνη, ετερόνομη επιβολή ή αλγοριθμική χειραγώγηση – τότε η συλλογική σκέψη υποβιβάζεται. Δεν λειτουργεί ως συνειδητή πράξη κατανόησης αλλά ως αντανακλαστική αντίδραση.

Η αξιοπρέπεια της σκέψης προϋποθέτει χρόνο

Ο πολιτικός πολιτισμός γεννιέται όταν οι κοινωνίες έχουν χρόνο να:

  • σκεφτούν,
  • αμφιβάλλουν,
  • σταθμίσουν,
  • κατανοήσουν.

Σήμερα, αντίθετα, οι αποφάσεις λαμβάνονται με την ταχύτητα του scroll. Αυτή η ταχύτητα είναι εχθρός της σοβαρής κρίσης. Χωρίς χρόνο, η σκέψη γίνεται επιφανειακή.

Προϋποθέτει την ικανότητα να ακούμε

Στον δημόσιο διάλογο η αξιοπρέπεια χάνεται όταν:

  • ο διαφορετικός λόγος θεωρείται απειλή,
  • η άλλη άποψη αποκλείεται,
  • ο αντίπαλος ακυρώνεται αντί να αντιμετωπίζεται.

Μια κοινωνία που δεν αντέχει τη διαφωνία, δεν μπορεί να αντέξει ούτε την αλήθεια. Γιατί η αλήθεια δεν γεννιέται από σιωπή, αλλά από αντιπαράθεση.

Προϋποθέτει επιχειρηματολογία, όχι συναισθηματισμό

Ο 21ος αιώνας ευνόησε τον δημόσιο λόγο του:

  • θυμού,
  • εντυπωσιασμού,
  • στιγμιαίας έκρηξης.

Ο δημόσιος διάλογος όμως δεν μπορεί να βασίζεται σε likes. Χρειάζεται επιχειρήματα, τεκμηρίωση, λογική. Εκεί βρίσκεται η αξιοπρέπεια της σκέψης: στο ότι δεν παρασύρεται, αλλά στηρίζεται.

Προϋποθέτει πολυπλοκότητα

Η πραγματικότητα σπάνια χωρά σε:

  • ένα tweet,
  • ένα σύνθημα,
  • μια αφίσα.

Όμως τα media και οι πλατφόρμες ευνοούν ό,τι είναι:

  • σύντομο,
  • εύληπτο,
  • μανιχαϊστικό.

Η αξιοπρέπεια της σκέψης απαιτεί το αντίθετο: να μην ψάχνουμε "απλές εξηγήσεις για δύσκολα προβλήματα", αλλά "αληθινές εξηγήσεις με όσο κόπο χρειάζεται".

Προϋποθέτει πραγματική ευθύνη

Ο πολίτης που έχει δικαίωμα λόγου αλλά δεν έχει ευθύνη σκέψης, δεν χτίζει δημοκρατία – την υπονομεύει.

Η αξιοπρέπεια της σκέψης είναι όταν ο πολίτης λέει:

«Δεν θα πιστέψω κάτι επειδή το είπαν πολλοί ή επειδή με εξόργισε, αλλά επειδή το εξέτασα.»

Αυτός είναι ο "ενήλικας" δημόσιος διάλογος.

Προϋποθέτει ότι η κοινωνία σκέφτεται για τον εαυτό της

Τέλος – και αυτό είναι ίσως το πιο κρίσιμο – η αξιοπρέπεια της συλλογικής σκέψης σημαίνει:

  • δεν ψάχνουμε άλλους να σκέφτονται στη θέση μας,
  • δεν αφήνουμε τους αλγορίθμους, τα ιδιωτικά media, τα στρατηγικά κέντρα ή τους "ειδικούς-μονοκράτορες" να αποφασίζουν ποια είναι η αλήθεια,
  • δεν είμαστε παθητικοί καταναλωτές πραγματικοτήτων, αλλά δημιουργοί τους.

Μια κοινωνία που σκέφτεται μόνη της, μπορεί να κάνει λάθη – αλλά τα λάθη αυτά είναι δικά της, άρα μπορεί και να τα διορθώσει.

Μια κοινωνία που σκέφτονται άλλοι για λογαριασμό της, μπορεί να φαίνεται σταθερή για λίγο – αλλά στην πραγματικότητα είναι ευάλωτη, γιατί αρνήθηκε τη βασική πράξη της ελευθερίας: την αυτονομία του νου.

Επίλογος

Η μετάβαση από την τάση στο θέσφατο είναι το μεγάλο πολιτικό, πολιτισμικό και επικοινωνιακό πρόβλημα της εποχής μας.

Το πραγματικό διακύβευμα δεν είναι ποιος έχει δίκιο.

Είναι ποιος έχει το δικαίωμα να ορίζει το τι θεωρείται δίκιο.

Και η απάντηση που υπερασπίζεται τη δημοκρατία, τον πολιτισμό και την αξιοπρέπειά μας είναι:

Αυτό πρέπει να το ορίζει η ίδια η κοινωνία – με σκέψη, με ευθύνη, με διαφωνία, με χρόνο, με ωριμότητα.

Γιατί στο τέλος, η ποιότητα του δημόσιου λόγου είναι ο καθρέφτης της ποιότητας μιας κοινωνίας.

Και όταν ο καθρέφτης αυτός θολώνει, δεν χάνουμε απλώς την αλήθεια.

Χάνουμε την ικανότητα να ζούμε ως ελεύθεροι άνθρωποι που αποφασίζουν συνειδητά για το κοινό μέλλον τους.


Πόροι Εμβάθυνσης από την Αναζήτηση Google

Εξερευνήστε περισσότερα σχετικά με τις βασικές έννοιες που αναφέρονται στην παρούσα ανάρτηση με επιμελημένες πληροφορίες απευθείας από την Google.







Εγγραφή στο ενημερωτικό

Διάβασε Επίσης

Περισσότερα άρθρα:

Υπογραφή

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια